Η σημασία της εν λόγω αποφάσεως έγγειται στο ότι επεβλήθη ένα σημαντικό πρόστιμο 150.000 Ευρώ στην εν λόγω επιχείρηση, λόγω της μη αποδεδειγμένης και αιτιολογημένης εφαρμογής- εκτός της μη ορθής υπαγωγής κάποιων επιτελούμενων δραστηριοτήτων των εργαζομένων σε άλλες νόμιμες βάσεις - της νόμιμης βάσης της συγκατάθεσης για την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων των εργαζομένων, την διαβίβαση τους σε τρίτους, κλπ.
Η εν λόγω εταιρεία εφάρμοσε την νόμιμη βάση της συγκατάθεσης, έχοντας ως έρεισμα την υπογραφή της «Αποδοχής» των εργαζομένων, η οποία όμως δεν ήταν προϊόν ελεύθερης βουλήσεως των εργαζομένων, όπως απαιτεί ο Κανονισμός για την συγκατάθεση, ως προϋπόθεση της νομιμότητάς της (άρθρο 7 παρ. 1, 2 ΓΚΠΔ), διότι στο πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων η συγκατάθεση πρέπει να ζητείται και να λαμβάνεται από τον Υπεύθυνο επεξεργασίας ως ultima ratio, λόγω του ότι, ακριβώς επειδή ο εργαζόμενος είναι de factο το αδύναμο συμβαλλόμενο μέρος σε σχέση με το έτερο συμβαλλόμενο μέρος, τον εργοδότη, είναι δύσκολο η συγκατάθεσή του να είναι προϊόν ελεύθερης και σαφούς βουλήσεως του και το εάν είναι χρήζει αποδείξεως από την πλευρά του εργοδότη.
Ο εργοδότης-συμβαλλόμενος οφείλει να αποδείξει την αλήθεια των πραγματικών του ισχυρισμών, κατά την λογική του βάρους απόδειξης του άρθρου 336 ΚΠολΔ και να «λογοδοτήσει» για όσα ισχυρίζεται με αποδείξεις. H λογοδοσία του άρθρου 5 παρ. 2 αποτελεί μια βασική πρόβλεψη και διεργασία του ΓΚΠΔ και το οποίο εξειδικεύεται στο άρθρο 24 ΓΚΠΔ για την ευθύνη του Υπευθύνου επεξεργασίας. Εν προκειμένω, όμως, η εργοδοσία της εταιρείας, ως υπεύθυνη επεξεργασίας, αν και έφερε την ευθύνη, δεν ήταν σε θέση να τηρήσει και να αποδείξει τη συµµόρφωση µε την παράγραφο 1 του άρθρου 5 ΓΚΠ∆ και παραβίασε την προβλεπόµενη από τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 ΓΚΠ∆ αρχή της λογοδοσίας, μεταφέροντας απαραδέκτως και καταχρηστικώς το βάρος της απόδειξης της συµµόρφωσης στα υποκείμενα των δεδομένων, όσον αφορά την ελαχιστοποίηση των δεδομένων τους και την θεμιτότητα και διαφάνεια της επεξεργασίας των δεδομένων τους. Επομένως, η εταιρεία έδρασε μη νόμιμα βάσει του Κανονισμού, όσον αφορά την αρχή της λογοδοσίας του Υπευθύνου, αλλά και του κοινού δικαίου σχετικά με το βάρος απόδειξης ισχυρισμών.
Εν κατακλείδι, το θέμα εν προκειμένω, δεν είναι μόνο και κυρίως το υψηλό πρόστιμο που τελολογικά επιβλήθηκε στην εταιρεία για τις προαναφερόμενες παραβάσεις της, έστω και όχι εκ δόλου. Είναι η προς παραδειγματισμό «τιμωρία» της εταιρείας από την ΑΠΔΠΧ για μη συμμόρφωση του Υπευθύνου σε βασικές επιταγές του ΓΚΠΔ (λογοδοσία), ως προς την νομιμότητα διαφόρων εκφάνσεων κοινολόγησης – επεξεργασίας των υποκειμένων, άνευ τηρήσεως των ορθών νομιμοποιητικών βάσεων της εν λόγω επεξεργασίας και των βασικών αρχών επεξεργασίας του άρθρου 5 ΓΚΠΔ (θεμιτή, διαφανής, κλπ.), χωρίς η τήρηση των πρώτων από μόνη της, στο βαθμό που γινόταν, να συνεπαγόταν απαραιτήτως και την ορθή εφαρμογή των δεύτερων. Με το δεδικασμένο που δημιουργεί η εν λόγω απόφαση, θέτει τις βάσεις για την πιθανή αποτροπή παρόμοιων αυθαίρετων ενεργειών των Υπευθύνων και μάλιστα σε αναφορά με την επεξεργασία δεδομένων εργαζομένων στα πλαίσια της σχέσης απασχόλησής τους.
Επιμέλεια άρθρου
Μερκούριος Θεοδοσίου
Δικηγόρος - Νομικός Σύμβουλος σε θέματα Προσωπικών Δεδομένων- GDPR Compliance
11 Φεβρουάριου 2022
13 Μαρτίου 2020
11 Μαρτίου 2020
11 Μαρτίου 2020