Το πλήθος των δεκτών δικαστικών αποφάσεων υπέρ των δανειοληπτών της χώρας μας, όταν δεν αποτελούν την ΟΡΙΣΤΙΚΗ λύση για την επιδιωκόμενη δίκαιη, εύλογη και βιώσιμη ρύθμιση των οφειλετών με τους servicers και των funds που εκπροσωπούν, - επειδή αδιέξοδα δεν υπάρχουν- τότε τις περισσότερες φορες αποτελούν την ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΗ λύση στο πρόβλημα των επιδιωκόμενων αναδιαρθρώσεων .
Όλο και περισσότεροι δανειολήπτες, που ήρθαν σε αδυναμια εξυπηρέτησης των οφειλών τους, αποφασίζουν να τους αντιμετωπίσουν δικαστικώς και δικαιώνονται, όχι μόνο με τις οριστικές δεκτές αποφάσεις ενώπιον των Πρωτοδικειων, ακυρώνοντας διαταγές πληρωμής και κατασχετήριες εκθέσεις, αλλά και ενώπιον Εφετειων.
Στον Δικηγορικό Οίκο «Lekkakou & Associates – Law Firm» πρόσφατα δικαιώθηκαν τελεσίδικα, σε εφετειακό βαθμό, δανειολήπτες – εντολείς μας, οι οποίοι φέρονταν ως εγγυητές επιχειρηματικού δανείου για εταιρεία τουριστικών υπηρεσιών, που διατηρούν. Αρχικά, είχε εκδοθεί εναντίον τους διαταγή πληρωμής το 2020, με την οποία η εταιρεία διαχείρισης τους ζητούσε να καταβάλουν ένα ποσό, γύρω στις 600.000€.
Ως ήταν λογικό, οι δικηγόροι μας έσπευσαν άμεσα σε ανακοπή της διαταγής πληρωμής, με το Πολυμελές Πρωτοδικείο να δικαιώνει τους εντολείς μας, κάνοντάς τη δεκτή, για λόγους μη νομιμοποίησης της μεταβίβασης της δανειακής απαίτησης, από την τράπεζα προς το fund και κατά συνέπεια στην εταιρεία διαχείρισης, που το εκπροσωπεί, επιβάλλοντας, μάλιστα, όλα τα δικαστικά έξοδα, εις βάρος της τελευταίας, τα οποία ανέρχονταν στα 15.000€.
Παρά την απόφαση του δικαστηρίου, η εταιρεία διαχείρισης άσκησε έφεση, προκειμένου να προσβάλει την απόφαση, θεωρώντας λανθασμένη την ερμηνεία και να αποδείξει εν τέλει τη νόμιμη διαχείριση της απαίτησης από το fund, καθώς και να επαναφέρει τη διαταγή πληρωμής. Η δικάσιμος της εφέσεως καθυστέρησε να συζητηθεί, ωστόσο αυτό συνέβη πριν από μερικούς μήνες, με την απόφαση να δικαιώνει εκ νέου, και σε εφετειακό βαθμό αυτή τη φορά, τους οφειλέτες.
Συγκεκριμένα, όπως την πρώτη φορά, έτσι και τώρα, η εταιρεία διαχείρισης δεν κατάφερε να αποδείξει τη νομιμότητα της διαχείρισης της δανειακής απαίτησης, ειδικότερα, αν φέρει το δικαίωμα της δικαστικής επιδίωξης, καθώς κάτι τέτοιο αναγράφεται στη σύμβαση ανάθεσης και τους όρους αυτής. Η εταιρεία προχώρησε μόνο στην προσκόμιση των αντιγράφων της σύμβασης αυτής, θεωρώντας, πως δεν χρειάζονται τα υπόλοιπα έγγραφα, με τη δικαιολογία, ότι η ανάθεση διαχείρισης είναι καταχωρημένη στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου και μπορεί να αποδειχτεί από εκεί.
Ουσιαστικά, απουσίαζε, από τα έντυπα γνωστοποίησης της καταχώρησης των συμβάσεων μεταβίβασης και διαχείρισης των δανείων στο fund, η επισύναψη ολόκληρων των συμβατικών εγγράφων με όλους τους όρους, με αποτέλεσμα να μην αρκούν για την απόδειξη της νόμιμης έκδοσης της διαταγής πληρωμής. Τα εν λόγω έντυπα ανταποκρίνονται στις επιταγές του νόμου περί κοινοποιήσεως, δημοσιότητας και έγγραφης αποδείξεως της ειδικής διαδοχής.
Η συγκεκριμένη εφετειακή απόφαση, καθώς και όλες όσες δικαιώνουν τους δανειολήπτες, για τον ίδιο ακριβώς λόγο, που καταδίκασαν τις εταιρείες διαχείρισης και τα funds και σε πρωτόδικο βαθμό, αναδεικνύει τη σημαντικότητα της δικαστικής προστασίας, αλλά και την ανάγκη ύπαρξης αυτής, προς όλους τους οφειλέτες και τους καταναλωτές, σύμφωνα με τις αρχές της διαφάνειας, της δημοσιότητας και του ελέγχου της εξουσίας των δανειστών και των διαχειριστών αυτών. Επιπλέον,αναδεικνύεται η αναγκαιότητα να εξετάζεται απο το Δικαστηριο κάθε βαθμού είδος, καθώς και η έκταση της εξουσίας αυτής και εν τέλει η νομιμότητα και η νομιμοποίηση των funds, δίχως οι δανειολήπτες, σε αντίθετη περίπτωση, να περιέρχονται σε απαγορευτικη ή δυσμενέστερη θέση, από αυτήν που βρίσκονταν, προ των γενομένων τιτλοποιήσεων, λογω αυτών των αδιαφανών, εν πολλοίς, μεταβιβασεων σε τρίτες, επίσης αγνώστες εταιρείες, με άγνωστους, αδιαφανεις και υποκρυπτόμενους όρους, αλλά και συμφωνίες.
Απόσπασμα του υπό έκδοση βιβλίου με τίτλο «ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ στην αναγκαστική εκτέλεση» με υπότιτλο «Περί Πλειστηριασμών - Από τη θεωρία στην πράξη» ISBN 978-618-00-3736-4