Κατά τα παρελθόντα κρίσιμα έτη της αδυσώπητης οικονομικής κρίσης, χιλιάδες δανειολήπτες, που αποδεδειγμένα είχαν περιέλθει χωρίς δόλο σε αδυναμία εξυπηρέτησης των οφειλών τους, προσέφυγαν στη δικαστική διαδικασία που προβλέφθηκε δυνάμει του Ν. 3869/2010, ευρύτερα γνωστού ως «νόμου Κατσέλη». Με την διαδικασία αυτή, πριν τελικά νομοθετικά καταργηθεί, η ελληνική κοινωνία κατάφερε εν μέρει να διατηρήσει τη συνοχή της, καθώς αφενός ρυθμίστηκαν χιλιάδες δάνεια, αφετέρου προστατεύθηκε από την εκποίηση η κύρια κατοικία των υπαχθέντων δανειοληπτών.
Λόγω μάλιστα του εξαιρετικού φόρτου εργασίας των κατά τόπους Ειρηνοδικείων, οι σχετικές αιτήσεις προσδιορίζονταν σε δικασίμους εξαιρετικά χρονικά απώτερες της ημερομηνίας καταθέσεως της αιτήσεως, με αποτέλεσμα να νομοθετηθεί ο επαναπροσδιορισμός της συζήτησης των υποθέσεων σε συντομότερη δικάσιμο. Παρά τα ανωτέρω, ακόμη και σήμερα εξακολουθούν να εκδίδονται αποφάσεις σε πρώτο βαθμό, ενώ δεν λείπουν περιπτώσεις, όπου οι σχετικές αιτήσεις, είτε δεν έχουν ακόμη εκδικασθεί, είτε δεν έχουν ακόμη προσδιορισθεί να συζητηθούν.
Προϊόντος του χρόνου βέβαια, ως γνωστόν μεσολάβησε η σε συντριπτικό ποσοστό πώληση και μεταβίβαση των απαιτήσεων σε εταιρείες ειδικού σκοπού με έδρα το εξωτερικό (funds) και η ανάθεση της διαχείρισης των απαιτήσεων αυτών σε ελληνικές εταιρείες διαχείρισης. Ταυτόχρονα, ενώ νομοθετικά προβλέπεται η μη μεταβολή και η μη χειροτέρευση της θέσεως εκάστου δανειολήπτη εξαιτίας της μεταβίβασης, παρατηρείται εσχάτως δυστυχώς το φαινόμενο της ερμηνείας από τα funds των εκδοθεισών αποφάσεων κατά το δoκούν, με αποτέλεσμα να αναζητούνται από τους δανειολήπτες που υπήχθησαν στο νόμο υπέρογκα ποσά, σε αντιδιαστολή με την ίδια την δικαστική απόφαση. Πιο συγκεκριμένα, τα funds θεωρούν, ότι το επιτόκιο καταβολής των δόσεων πρέπει να υπολογίζεται επί του συνολικού κεφαλαίου και όχι επί της εκάστοτε μηνιαίας δόσης, με αποτέλεσμα την αποστολή σχετικών δοσολογιών στους δανειολήπτες, οι οποίοι με τη σειρά τους διαπιστώνουν υπέρογκες χρεώσεις και καταστρατήγηση των διατάξεων του ίδιου του νόμου.
Έναντι και αυτής της καταχρηστικής και παράνομης συμπεριφοράς των funds, προβλέπεται η διαδικασία της ερμηνείας της δικαστικής απόφασης, σύμφωνα με τη διάταξη που προβλέπεται στο άρθρο 316 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Ήδη έχουν εκδοθεί οι πρώτες δικαστικές αποφάσεις υπέρ των δανειοληπτών που διασαφηνίζουν το πραγματικό νόημα των αποφάσεων και αποφαίνονται, ότι το επιτόκιο καταβολής των δόσεων, στο πλαίσιο του αρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010, υπολογίζεται επί της εκάστοτε μηνιαίας δόσης και όχι επί του συνολικού κεφαλαίου.
Ο νομοθέτης άλλωστε, ορίζοντας το ανωτέρω αναφερόμενο επιτόκιο, ουσιαστικά είχε υπόψη του την μεταβαλλόμενη, σε βάθος χρόνου, αξία του χρήματος, ήτοι την αξία που θα είχε η ορισθείσα μηνιαία δόση στο πέρασμα των ετών, κατά τα οποία διαρκεί η υποχρέωση καταβολής του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, ανάλογα με την περίπτωση. Ως εκ τούτου, και λαμβανομένου υπόψη του γενικότερου σκοπού του Ν. 3869/2010, όπως αυτός αποτυπώνεται από την αιτιολογική του έκθεση, ο οποίος είναι πρωτίστως η επανένταξη του υπερχρεωμένου πολίτη στην οικονομική και κοινωνική ζωή με την επανάκτηση της οικονομικής ελευθερίας που συνεπάγεται η εξάλειψη των μη βιώσιμων για αυτόν χρεών, με τις ερμηνευτικές αποφάσεις διευκρινίζεται, ότι το επιτόκιο θα υπολογίζεται στην εκάστοτε μηνιαία δόση που επιβλήθηκε από το Δικαστήριο, διότι μόνο έτσι εξυπηρετείται ο παραπάνω σκοπός του νόμου.
Η νέα αυτή νομολογία αποτελεί ένα ακόμη ράπισμα στην αδηφαγία των αλλοδαπών κερδοσκοπικών funds που προέκριναν ακόμη και την εκμετάλλευση ανθρώπων, οι οποίοι δικαιολογημένα και κατόπιν δικαστικών αποφάσεων ρύθμισαν τα χρέη τους και προστάτευσαν την κύρια κατοικία τους. Ο κάθε δανειολήπτης χωριστά, που υπάγεται σε αυτήν την κατηγορία, οφείλει να ελέγχει το ποσό των χρημάτων, το οποίο θα πρέπει να καταβάλλει, κατόπιν της υπαγωγής του στο νόμο με τη συνδρομή εξειδικευμένων νομικών, προς αποφυγή απώλειας και καταστρατήγησης θεμελιωδών δικαιωμάτων του.
23 Νοεμβρίου 2024
15 Νοεμβρίου 2024
08 Νοεμβρίου 2024